Κυριακή 28 Αυγούστου 2016

Εγώ το 'σκισα!

Εγώ το 'σκισα!



Εγώ το ‘σκισα!

«-Ποιος έσκισε το βιβλίο;
Άχνα δεν έβγαλαν. Και καρφίτσα να έπεφτε, θ’ ακουγόταν. Η σιγή συνεχίστηκε. Ο δάσκαλος έψαξε το ένα πρόσωπο μετά το άλλο, για να ανακαλύψει ίχνη ενοχής.
-Μπέντζαμιν Ρότζερς, εσύ το ‘σκισες;
Άρνηση. Κι άλλη παύση.
-Έιμυ Λόρενς;
Ένα κούνημα του κεφαλιού.
-Γκρέις Μίλερ;
Το ίδιο νεύμα άρνησης.
-Σούζαν Χάρπερ, εσύ το έκανες;
Κι άλλη αρνητική απάντηση. Το επόμενο κορίτσι ήταν η Μπέκυ Θάτσερ. Ο τομ έτρεμε από την κορυφή ως τα νύχια από την ταραχή, συνειδητοποιώντας την απελπιστικότητα της κατάστασης.
-Ρεμπέκα Θάτσερ (ο Τομ κοίταξε το πρόσωπό της-ήταν κάτασπρο από τον τρόμο), εσύ έσκισες-όχι στα μάτια να με κοιτάζεις (τα χέρια της υψώθηκαν ικετευτικά)-εσύ έσκισες τούτο το βιβλίο;
Μια σκέψη διαπέρασε το μυαλό του Τομ σαν αστραπή. Πετάχτηκε ορθός και φώναξε: «Εγώ το ‘σκισα!».
Η τάξη αποσβολώθηκε μπροστά σ’ αυτή την απίστευτη τρέλα. Ο Τομ στάθηκε για μια στιγμή, για να περιμαζέψει τα κουράγια του. Κι όταν έκανε ένα βήμα μπροστά πηγαίνοντας προς την τιμωρία του, , η έκπληξη, η ευγνωμοσύνη, η λατρεία που έλαμψαν στα μάτια της Μπέκυ φωτίζοντάς τον, τον αποζημίωσαν για εκατό ξυλιές. Εμπνευσμένος από το μεγαλείο της ίδιας του της πράξης, ανέχτηκε χωρίς να βγάλει άχνα το πιο ανελέητο ξύλο που είχε δώσει ποτέ του ο κύριος Ντόμπινς. Και το ίδιο αδιάφορα δέχτηκε και την πρόσθετη τιμωρία του-να μείνει δύο ώρες μετά το σχόλασμα-γιατί ήξερε ποιος θα τον περίμενε απ’ έξω, ώσπου να τελειώσει η αιχμαλωσία του, κι έτσι αυτή η βαρετή ώρα δεν θα λογαριαζόταν καν για χαμένη».

Απόσπασμα από το βιβλίο σελ. 184-186.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου