Η ποίηση ( και κάθε ποιητής) έχει κρυφές πηγές απ΄όπου αναβλύζει σαν το νερό από τα
έγκατα της γης και μια τέτοια πηγή είναι η νεότητα, ο παράδεισος των παιδικών μας χρόνων.
Αυτή η παιδικότητα διαχέεται συνειδητά ή τυχαία σε όλο το έργο ενός συγγραφέα,
πολύ περισσότερο βέβαια την εντοπίζουμε στην ποίηση ενός ποιητή, που συνδυάζει τη
συναισθηματικότητα με την ανέμελη ζωή της παιδικής ηλικίας, κρατώντας θαλερό «
το αίθριο τριανταφυλλένιο χαμόγελο» της ζωής. Και τη βρίσκουμε ως ψήγματα μιας
παραδείσιας μνήμης να στολίζει τον στίχο
και το σώμα του ποιήματος. Είναι απόηχοι ενός μακρινού παρελθόντος, κι έρχεται έτσι
σαν αύρα να κατακλύζει την έμπνευση και τη δημιουργική γραφή με λεκτικούς
παλμούς ανεβάζοντας σε βαθμούς την
ένταση της έμπνευσης.
Ξαναδιαβάζω για πολλοστή φορά τα ποιήματα του
Οδυσσέα Ελύτη (1911-1996), από την ανθολογία ΠΟΙΗΣΗ, Β΄ έκδοση, ΙΚΑΡΟΣ, Αθήνα
2002(σ.692) και μένω πιο πολύ στα ποιήματα που ανακαλούν μνήμες παιδικές
γι΄αυτό και χαίρομαι την αλαφράδα, το
χορευτικό και παιχνιδιάρικο ρυθμό του στίχου. Και είναι πολλά τα σημεία που μπορεί να σταθεί ο αναγνώστης να
τα θαυμάσει και να τα σχολιάσει. Για την
οικονομία του άρθρου θα περιοριστώ σε δείγματα από τις ενότητες
Ο ΗΛΙΟΣ Ο ΗΛΙΑΤΟΡΑΣ(σ.233-247) και ΤΑ ΡΩ
ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ (σε΄.263-317) και όπως προσημειώνει ο ποιητής «Είναι χαρά να δίνεις
χαρά στους άλλους, είναι αυτό που μάς βαστάει στη ζωή. Γ΄αυτό, κοντά στα
ποιήματά μου, δοκίμασα να γράψω και μερικά τραγούδια, χωρίς να τα υποτιμώ
καθόλου» (σ.264). Όχι πως στις άλλες ενότητες δεν υπάρχουν, αλλά εδώ είναι
ομολογημένη η πρόθεση του ποιητή. Διαβάζοντάς τα μου έρχονται πολλά στο
νου από τα λαϊκά γλωσσικά παιχνίδια , εκείνα
που συνοδεύουν τη νηπιακή και παιδική ηλικία, όπως νανουρίσματα, ταχταρίσματα,
τραγουδάκια, λεκτικά παιχνίδια κ.ά.
Ακολουθούν
παραδείγματα από την ποίηση του Ελύτη και τη λαϊκή ποίηση, κατ΄ αντίστιξη
περίπου , στα οποία γίνεται φανερό η ποιητική «συγγένεια», ότι δηλαδή συνδέονται όχι μόνο ως προς τη λέξη και το
θέμα, αλλά και ως προς το παιχνιδιάρικο και παιδικό ύφος, το ρυθμό και το όλο
πνεύμα του στίχου κ.ά.
α. Οι στίχοι «Ήλιε μου και τρισήλιε μου/ ένα σου λόγο
στείλε μου» (Χορός,242), «Ο ΄Ηλιος ο Ηλιάτορας/ ο πετροπαιχνιδιάτορας…» (Αφηγητή,244)
κ.ά. μάς θυμίζουν τα λαϊκά παιδικά τραγουδάκια: « Ήλιε μου, παρήλιε μου και
κοσμογυριστή μου/ βγάλε τα τα μαύρα σου και
βάλε τα χρυσά σου» ή « Ήλιο μου,
κυρ ήλιο μου,/ βάλ΄ τα σημαντήρια σου/ ν΄ ανάψουν τα καντήλια σου/ να πυρωθούν
τ’ αυτάκια μου/ και τα χερουλάκια μου/
και τα ποδαράκια μου…» ή «Έβγα, ήλιε,
πύρωσέ με/ και κουλούρια φόρτωσέ με…» κ.ά.
β. Οι στίχοι «..και τους μικρούς αγγέλους σταμ/ ατάν
και παίζουν αμ στραμ νταμ…» (Αφηγητής,241) θυμίζουν τα λαϊκά παιδικά
λαχνίσματα: «Αμ στραμ νταμ/ πίκι πίκι ραμ/τούρι τούρι ραμ/ αμ στραμ νταμ» ή
«΄Αστρα νταμ/ πίκι πίκι ραμ/ το ψωμί το λένε μαμ/ και τη γάτα Καρολίνα/ και τον
ποντικό σωλήνα/ που πηγαίνει στην κουζίνα/ και ψοφάει από την πείνα» κ.ά.
γ. Συχνή είναι η αναφορά του ποιητή στο τζιτζίκι, τον
τζίτζιρα ή τζίτζικα, δημιουργώντας μάλιστα και παράγωγες λέξεις: «Τζίτζιρας
τζιτζίρισε / το ροδάνι γύρισε…»(Κορίτσι,241), « …Κι εγώ μέσα στους αχινούς/
στις γούβες στ΄ αρμιρίκια/ Σαν τους παλιούς θαλασσινούς/ ρωτούσα τα τζιτζίκια:/
-Ε σεις τζιτζίκια μου άγγελοι/ γεια σας κι η ώρα η καλή/ Ο βασιλιάς ο ΄Ηλιος
ζει;/ Κι όλ΄ αποκρίνονται μαζί:/ Ζει ζει ζει ζει ζει ζει ζει ζει» (Τα
τζιτζίκια,σ.273). Ας θυμίσουμε τον
γλωσσοδέτη: «Ο τζίντζιρας, ο μίντζιρας,/ ο τζιντζιμιντζιχόντζιρας,/ ανέβηκε στη
τζιντζιριά/ στη μιντζιριά/ στη τζιντζιμιντζιχοντζιριά,/ να φάει τα τζίντζιρα,
τα μίντζιρα,/ τα τζιντζιμιντζιχόντζιρα», ή το παιχνίδι «Τζίτζικας ελάλησε/ μαύρη ρόγα γυάλισε/ μαύρη
και γυαλιστερή,…τσάκα το καλό παιδί!» κ.ά.
δ. Εικόνες ακουστικές ή κινητικές, ηχοποίητες λέξεις,
παρηχήσεις, φράσεις λαϊκές, ρυθμοί κ.ά. που
στολίζουν την ποίηση του Ελύτη, παραπέμπουν στην παραδείσια παιδική ζωή. Λ.χ. «
Τρι και τρι Τρι και τρι/ τι πικρή που ΄ναι η ζωή/ Τι γλυκιά και τι πικρή / τρι
και τρι και τρι και τρι» (Το τριζόνι,270), «…Φώναζε στην αυλή / ψι ψι ψι/ κι ο
γάτος σήκωνε ποδάρι/ μέσ΄ απ΄τα μάτια της να πάρει/ Ψι ψι ψι / την αστραπή τους
τη χρυσή […] Κάτασπρο γιασεμί/ και μυ- και μυ-/ και μυστικέ μου Αποσπερίτη/
πάρτε με πάρτε με στην Κρήτη/ Και μη και μη/ και μη ρωτάτε το γιατί»
(Ελένη,275), «Χτύπησε μια μικρή καμπάνα ντιν ντιν ντιν/ στην ξύλινη παράγκα και
στο Αμπερντήν» (Στην ξύλινη παράγκα,280), «…Μήνας μπαίνει μήνας βγαίνει/ γλάρος
είναι και πηγαίνει [… ] Αχ αλί κι αλίμονό μας/ μες στον κόσμο το δικό μας…» (Ο
γλάρος,283), «Χάϊντε –χα δυο παλιογατιά/ χάϊντε – χα μ΄ αγριοκοιτάνε/ χάϊντε –
χα κι όλο με φυσάνε…» (Οι ανορθογραφίες,289), «…είπα τι κι έτσι τι κι αλλιώς/ άλλαξε
ρούχα ο Μανολιός…» (Η ρουλέτα,291), «20.΄Ένα κύμα μέσα σ΄όλα/ έγια λέσα έγια
μόλα…» (Τα ρω του έρωτα,302) κ.α.
Όλα τα παραπάνω, λίγο πολύ, μάς φέρνουν στη
μνήμη τραγουδάκια και γλωσσικά
παιχνίδια, που παίζαμε παιδιά στις αυλές
και τις αλάνες ή μάς τραγουδούσαν οι γιαγιάδες. Λ.χ. «Όπα! Όπα! Να πηδούμε/ να
προβάλει να το δούμε/ και χορεύει μπρος και πίσω…», «τάχτι τάχτι τάχτι του κι όλοι τραγουδάτε
του…», «Τάσταν τάσταν κάστανα/ ένα κάδο κάστανα,/ έφαγε τα κάστανα/ άφσε τα
δαμάσκηνα!», « Ταριρί ταριρό/ χάδια θέλει το μωρό», « Ντίλι ντίλι ντίλι,/ ντίλι
το καντήλι/ που έφεγγε και κένταγε/ η κόρη το καντήλι,/ ντίλι ντίλι ντίλι…», «Κουπεπέ
κουπεπέ/ κι ο μπαμπάκας έρχεται/ και μάς φέρνει κατιτί,/ λουκουμάκια στο
χαρτί», « Έγια μόλα, έγια λέσα,/ μια κοντέσσα είναι μέσα/ στου παππού την πολυθρόνα/
και τη λένε (λ.χ.) Ελενάκι,/ Ελενάκι καλό παιδάκι» κ.ά.
ε.Επίσης αξιοπρόσεχτα είναι τα θέματα ή τα μοτίβα από
την λαϊκή παράδοση και τη μυθολογία, χώροι που γοητεύουν τα παιδιά και θυμίζουν
ευχάριστες ιστορίες για ηρωικά πρόσωπα, αέρηδες, θαλασσινά, αστερισμούς κ.λπ. Τέτοια
ποιήματα λ.χ. είναι «Η Μάγια»(266), «Του μικρού βοριά»(268), « Το θαλασσινό
τριφύλλι»(σ.272), «Ντούκου ντούκου μηχανάκι»(274), «Το χρυσό κλειδί»(283), «Τα
κορίτσια του Ισπαχάν»(285), «Το μαγισσάκι»(295) κ.ά.
Εν κατακλείδι, μπορούμε να πούμε ότι τα ποιήματα αυτά είναι αντανακλάσεις και απόηχοι της χρυσής
νιότης, που , τρόπον τινά, αρδεύονται
από τα μυρωμένα νερά εκείνης της ηλικίας και πάνω τους απλώνεται αμάραντη η
αύρα εκείνων των χρόνων. Γι΄αυτό πολλά απ΄αυτά τα ποιήματά συμπεριλαμβάνονται
στη λογοτεχνία για παιδιά και νέους, ειδικότερα στη νεανική ποίηση. Πολλά έχουν
μελοποιηθεί κι ακόμη για τον πλούτο των λέξεων, τις παρομοιώσεις, τις
αλληγορίες, την αφηγηματικότητα, το ύφος κ.λπ., προσφέρονται για γλωσσική επεξεργασία
στο σχολείο.
Και να κλείσουμε το σύντομο αυτό σημείωμα με το
υμνητικό ποίημα «Παιδί με το γρατσουνισμένο γόνατο» (84): Παιδί με το
γρατσουνισμένο γόνατο/ Κουρεμένο κεφάλι όνειρο ακούρευτο/ Ποδιά με σταυρωμένες
άγκυρες/ Μπράτσο του πεύκου γλώσσα του ψαριού/ Αδερφάκι του σύννεφου! [….]
Παιδί με το γρατσουνισμένο γόνατο/ Χαϊμαλί τρελό σαγόνι πεισματάρικο/ Παντελονάκι
αέρινο/ Στήθος του βράχου κρίνο του νερού/ Μορτάκι του άσπρου σύννεφου!
Βόλος, 7/7/2017
Β.Δ.Αναγνωστόπουλος,
Ομ.καθηγητής
πανεπιστημίου Θεσσαλίας