Σάββατο 16 Σεπτεμβρίου 2017

Απόηχοι γλωσσικών παιχνιδιών στην ποίηση του Οδυσσέα Ελύτη







Η ποίηση ( και κάθε ποιητής) έχει κρυφές  πηγές απ΄όπου αναβλύζει σαν το νερό από τα έγκατα της γης και μια τέτοια πηγή είναι  η νεότητα, ο παράδεισος των παιδικών μας χρόνων. Αυτή η παιδικότητα διαχέεται συνειδητά ή τυχαία σε όλο το έργο ενός συγγραφέα, πολύ περισσότερο βέβαια την εντοπίζουμε  στην ποίηση ενός ποιητή, που συνδυάζει τη συναισθηματικότητα με την ανέμελη ζωή της παιδικής ηλικίας, κρατώντας θαλερό « το αίθριο τριανταφυλλένιο χαμόγελο» της ζωής. Και τη βρίσκουμε ως ψήγματα μιας παραδείσιας μνήμης  να στολίζει τον στίχο και το σώμα του ποιήματος. Είναι απόηχοι ενός μακρινού παρελθόντος, κι έρχεται έτσι σαν αύρα να κατακλύζει την έμπνευση και τη δημιουργική γραφή με λεκτικούς παλμούς ανεβάζοντας σε  βαθμούς την ένταση της  έμπνευσης.
Ξαναδιαβάζω για πολλοστή φορά τα ποιήματα του Οδυσσέα Ελύτη (1911-1996), από την ανθολογία ΠΟΙΗΣΗ, Β΄ έκδοση, ΙΚΑΡΟΣ, Αθήνα 2002(σ.692) και μένω πιο πολύ στα ποιήματα που ανακαλούν μνήμες παιδικές γι΄αυτό και  χαίρομαι την αλαφράδα, το χορευτικό και παιχνιδιάρικο ρυθμό του στίχου. Και είναι πολλά τα  σημεία που μπορεί να σταθεί ο αναγνώστης να τα θαυμάσει  και να τα σχολιάσει. Για την οικονομία του άρθρου θα περιοριστώ σε δείγματα από τις   ενότητες Ο ΗΛΙΟΣ Ο ΗΛΙΑΤΟΡΑΣ(σ.233-247)  και ΤΑ ΡΩ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ (σε΄.263-317) και όπως προσημειώνει ο ποιητής «Είναι χαρά να δίνεις χαρά στους άλλους, είναι αυτό που μάς βαστάει στη ζωή. Γ΄αυτό, κοντά στα ποιήματά μου, δοκίμασα να γράψω και μερικά τραγούδια, χωρίς να τα υποτιμώ καθόλου» (σ.264). Όχι πως στις άλλες ενότητες δεν υπάρχουν, αλλά εδώ είναι ομολογημένη η πρόθεση του ποιητή. Διαβάζοντάς τα μου έρχονται πολλά στο νου  από τα λαϊκά γλωσσικά παιχνίδια , εκείνα που συνοδεύουν τη νηπιακή και παιδική ηλικία, όπως νανουρίσματα, ταχταρίσματα, τραγουδάκια, λεκτικά παιχνίδια κ.ά.
 Ακολουθούν παραδείγματα από την ποίηση του Ελύτη και τη λαϊκή ποίηση, κατ΄ αντίστιξη περίπου , στα οποία γίνεται φανερό η ποιητική  «συγγένεια», ότι δηλαδή  συνδέονται όχι μόνο ως προς τη λέξη και το θέμα, αλλά και ως προς το παιχνιδιάρικο και παιδικό ύφος, το ρυθμό και το όλο πνεύμα του στίχου κ.ά.
α. Οι στίχοι  «Ήλιε μου και τρισήλιε μου/ ένα σου λόγο στείλε μου» (Χορός,242), «Ο ΄Ηλιος ο Ηλιάτορας/ ο πετροπαιχνιδιάτορας…» (Αφηγητή,244) κ.ά. μάς θυμίζουν τα λαϊκά παιδικά τραγουδάκια: « Ήλιε μου, παρήλιε μου και κοσμογυριστή μου/ βγάλε τα τα μαύρα σου και  βάλε τα χρυσά σου»  ή « Ήλιο μου, κυρ ήλιο μου,/ βάλ΄ τα σημαντήρια σου/ ν΄ ανάψουν τα καντήλια σου/ να πυρωθούν τ’  αυτάκια μου/ και τα χερουλάκια μου/ και τα ποδαράκια μου…» ή «Έβγα,  ήλιε, πύρωσέ με/ και κουλούρια φόρτωσέ με…» κ.ά.
β. Οι στίχοι «..και τους μικρούς αγγέλους σταμ/ ατάν και παίζουν αμ στραμ νταμ…» (Αφηγητής,241) θυμίζουν τα λαϊκά παιδικά λαχνίσματα: «Αμ στραμ νταμ/ πίκι πίκι ραμ/τούρι τούρι ραμ/ αμ στραμ νταμ» ή «΄Αστρα νταμ/ πίκι πίκι ραμ/ το ψωμί το λένε μαμ/ και τη γάτα Καρολίνα/ και τον ποντικό σωλήνα/ που πηγαίνει στην κουζίνα/ και ψοφάει από την πείνα» κ.ά.
γ. Συχνή είναι η αναφορά του ποιητή στο τζιτζίκι, τον τζίτζιρα ή τζίτζικα, δημιουργώντας μάλιστα και παράγωγες λέξεις: «Τζίτζιρας τζιτζίρισε / το ροδάνι γύρισε…»(Κορίτσι,241), « …Κι εγώ μέσα στους αχινούς/ στις γούβες στ΄ αρμιρίκια/ Σαν τους παλιούς θαλασσινούς/ ρωτούσα τα τζιτζίκια:/ -Ε σεις τζιτζίκια μου άγγελοι/ γεια σας κι η ώρα η καλή/ Ο βασιλιάς ο ΄Ηλιος ζει;/ Κι όλ΄ αποκρίνονται μαζί:/ Ζει ζει ζει ζει ζει ζει ζει ζει» (Τα τζιτζίκια,σ.273).  Ας θυμίσουμε τον γλωσσοδέτη: «Ο τζίντζιρας, ο μίντζιρας,/ ο τζιντζιμιντζιχόντζιρας,/ ανέβηκε στη τζιντζιριά/ στη μιντζιριά/ στη τζιντζιμιντζιχοντζιριά,/ να φάει τα τζίντζιρα, τα μίντζιρα,/ τα τζιντζιμιντζιχόντζιρα», ή το παιχνίδι  «Τζίτζικας ελάλησε/ μαύρη ρόγα γυάλισε/ μαύρη και γυαλιστερή,…τσάκα το καλό παιδί!» κ.ά.
δ. Εικόνες ακουστικές ή κινητικές, ηχοποίητες λέξεις, παρηχήσεις, φράσεις λαϊκές, ρυθμοί  κ.ά. που στολίζουν την ποίηση του Ελύτη, παραπέμπουν στην παραδείσια παιδική ζωή. Λ.χ. « Τρι και τρι Τρι και τρι/ τι πικρή που ΄ναι η ζωή/ Τι γλυκιά και τι πικρή / τρι και τρι και τρι και τρι» (Το τριζόνι,270), «…Φώναζε στην αυλή / ψι ψι ψι/ κι ο γάτος σήκωνε ποδάρι/ μέσ΄ απ΄τα μάτια της να πάρει/ Ψι ψι ψι / την αστραπή τους τη χρυσή […] Κάτασπρο γιασεμί/ και μυ- και μυ-/ και μυστικέ μου Αποσπερίτη/ πάρτε με πάρτε με στην Κρήτη/ Και μη και μη/ και μη ρωτάτε το γιατί» (Ελένη,275), «Χτύπησε μια μικρή καμπάνα ντιν ντιν ντιν/ στην ξύλινη παράγκα και στο Αμπερντήν» (Στην ξύλινη παράγκα,280), «…Μήνας μπαίνει μήνας βγαίνει/ γλάρος είναι και πηγαίνει [… ] Αχ αλί κι αλίμονό μας/ μες στον κόσμο το δικό μας…» (Ο γλάρος,283), «Χάϊντε –χα δυο παλιογατιά/ χάϊντε – χα μ΄ αγριοκοιτάνε/ χάϊντε – χα κι όλο με φυσάνε…» (Οι ανορθογραφίες,289), «…είπα τι κι έτσι τι κι αλλιώς/ άλλαξε ρούχα ο Μανολιός…» (Η ρουλέτα,291), «20.΄Ένα κύμα μέσα σ΄όλα/ έγια λέσα έγια μόλα…» (Τα ρω του έρωτα,302) κ.α.
Όλα τα παραπάνω, λίγο πολύ, μάς φέρνουν στη μνήμη  τραγουδάκια και γλωσσικά παιχνίδια, που  παίζαμε παιδιά στις αυλές και τις αλάνες ή μάς τραγουδούσαν οι γιαγιάδες. Λ.χ. «Όπα! Όπα! Να πηδούμε/ να προβάλει να το δούμε/ και χορεύει μπρος και πίσω…»,   «τάχτι τάχτι τάχτι του κι όλοι τραγουδάτε του…», «Τάσταν τάσταν κάστανα/ ένα κάδο κάστανα,/ έφαγε τα κάστανα/ άφσε τα δαμάσκηνα!», « Ταριρί ταριρό/ χάδια θέλει το μωρό», « Ντίλι ντίλι ντίλι,/ ντίλι το καντήλι/ που έφεγγε και κένταγε/ η κόρη το καντήλι,/ ντίλι ντίλι ντίλι…», «Κουπεπέ κουπεπέ/ κι ο μπαμπάκας έρχεται/ και μάς φέρνει κατιτί,/ λουκουμάκια στο χαρτί», « Έγια μόλα, έγια λέσα,/ μια κοντέσσα είναι μέσα/ στου παππού την πολυθρόνα/ και τη λένε (λ.χ.) Ελενάκι,/ Ελενάκι καλό παιδάκι» κ.ά.
ε.Επίσης αξιοπρόσεχτα είναι τα θέματα ή τα μοτίβα από την λαϊκή παράδοση και τη μυθολογία, χώροι που γοητεύουν τα παιδιά και θυμίζουν ευχάριστες ιστορίες για ηρωικά πρόσωπα, αέρηδες, θαλασσινά, αστερισμούς κ.λπ. Τέτοια ποιήματα λ.χ. είναι «Η Μάγια»(266), «Του μικρού βοριά»(268), « Το θαλασσινό τριφύλλι»(σ.272), «Ντούκου ντούκου μηχανάκι»(274), «Το χρυσό κλειδί»(283), «Τα κορίτσια του Ισπαχάν»(285), «Το μαγισσάκι»(295) κ.ά.
Εν κατακλείδι, μπορούμε να πούμε ότι τα ποιήματα αυτά  είναι αντανακλάσεις και απόηχοι της χρυσής νιότης, που ,  τρόπον τινά, αρδεύονται από τα μυρωμένα νερά εκείνης της ηλικίας και πάνω τους απλώνεται αμάραντη η αύρα εκείνων των χρόνων. Γι΄αυτό πολλά απ΄αυτά τα ποιήματά συμπεριλαμβάνονται στη λογοτεχνία για παιδιά και νέους, ειδικότερα στη νεανική ποίηση. Πολλά έχουν μελοποιηθεί κι ακόμη για τον πλούτο των λέξεων, τις παρομοιώσεις, τις αλληγορίες, την αφηγηματικότητα, το ύφος κ.λπ., προσφέρονται για γλωσσική επεξεργασία  στο σχολείο.
Και να κλείσουμε το σύντομο αυτό σημείωμα με το υμνητικό ποίημα «Παιδί με το γρατσουνισμένο γόνατο» (84): Παιδί με το γρατσουνισμένο γόνατο/ Κουρεμένο κεφάλι όνειρο ακούρευτο/ Ποδιά με σταυρωμένες άγκυρες/ Μπράτσο του πεύκου γλώσσα του ψαριού/ Αδερφάκι του σύννεφου! [….] Παιδί με το γρατσουνισμένο γόνατο/ Χαϊμαλί τρελό σαγόνι πεισματάρικο/ Παντελονάκι αέρινο/ Στήθος του βράχου κρίνο του νερού/ Μορτάκι του άσπρου σύννεφου!
Βόλος, 7/7/2017
Β.Δ.Αναγνωστόπουλος,
Ομ.καθηγητής πανεπιστημίου Θεσσαλίας

Δευτέρα 11 Σεπτεμβρίου 2017

Σκέψεις χωρίς χρώμα…






Ήδη από το 2005 έχει επισημανθεί η εκδοτική συρρίκνωση των ποιητικών Συλλογών για παιδιά. Διαβάζουμε  από το καλό περιοδικό «Διαδρομές» «… πόσο σπάνιες οι ποιητικές εκδόσεις και πόση χαρά μας γεμίζουν, όταν φτάνουν στα γραφεία των Διαδρομών νέες ποιητικές  Συλλογές….». Το φαινόμενο δεν είναι μόνον ελληνικό και συνδέεται κυρίως με τη φύση και ιδιοσυστασία  της παιδικής ποίησης εν γένει αλλά και με παράγοντες, όπως το Διαδίκτυο και το ηλεκτρονικό βιβλίο ή η τηλεόραση παλαιότερα, ενδεχομένως και τα Αναλυτικά Προγράμματα περί την Λογοτεχνίαν  στην Α/θμια Εκπαίδευση κυρίως. Βεβαίως, η επερχόμενη κρίση ολοκλήρωσε τη γενικότερη εκδοτική ένδεια.
Τι συμβαίνει λοιπόν;
Έχετε δει πιθανότατα παιδιά να ξεφυλλίζουν ή να διαβάζουν ένα βιβλίο, με εικόνες ή και χωρίς εικόνες αλλά μάλλον δεν έχετε δει ποτέ ένα παιδί (ή έστω πολύ σπάνια) να ξεφυλλίζει και να διαβάζει ένα βιβλίο με ποιήματα. Και είναι πολύ λογικό, γιατί μια τυπική ανάγνωση ποιήματος -συνήθως σιωπηρή- στη μορφή ενός βιβλίου υπογράφει την αφυδάτωσή του από τη μουσική του και το ρυθμό του, τα δυο βασικά συστατικά του. Για το μικρό παιδί η ποίηση είναι ένα ενιαίο όλον, εμπεριέχει εκτός του λόγου και τη λειτουργία του χορού, του ρυθμού, την κίνηση του σώματος και τη λειτουργία της ακοής (μουσική, μελωδία). Το μικρό παιδί μέχρι και τα 8-9 χρόνια όταν ακούει ένα ποίημα, δίνει προτεραιότητα στις οπτικές, ακουστικές και οσφρητικές εικόνες έναντι των νοητικών εικόνων και των σημασιών της. Γύρω στα 8 με 9 χρόνια αρχίζει και δίνει προτεραιότητα στις  νοητικές  εικόνες και αργότερα μειώνει τη σημασία των ηχητικών και ακουστικών εικόνων. Το  μικρό παιδί δηλαδή προτιμάει να γεύεται τον ήχο και τον ρυθμό των στίχων και αργότερα μετά τα 9 χρόνια αρχίζει να δοκιμάζει να ερμηνεύει και να σηματοδοτεί το νόημα των στίχων.
Συμπέρασμα: Το παιδικό ποίημα είτε ως είδος γλώσσας είτε ως είδος νοήματος είναι μια σύνθετη δημιουργία και έκφραση, η οποία συμπυκνώνει, περισσότερο από την ποίηση για μεγάλους, την αίσθηση του χορού και   μουσικής, γεγονός που αποτελεί καταλυτικό παράγοντα στη λειτουργία της πρόσληψης. Ένα παιδικό ποίημα, εκτός από μια αλυσίδα νοημάτων και νοητικών εικόνων, ακούγεται, βιώνεται, τραγουδιέται και χορεύεται. Το μικρό παιδί, ως αναγνώστης ή ως ακροατής, επιστρατεύει όχι μόνο τα μάτια του αλλά και το αυτί του, όχι μόνο το νου του αλλά και το σώμα του.
Έτσι, η παιδική ποίηση όταν απλά διαβάζεται σιωπηρά, είναι σαν να διαβάζεις ένα θεατρικό κείμενο ως ένα απλό αφήγημα, όταν όμως το ποίημα βιώνεται ως μουσική, ήχος και ρυθμός, είναι σαν να βλέπεις την παράσταση του θεατρικού κειμένου στη σκηνή.
Πολλά θα μπορούσαν να προταθούν. Θα σταθούμε μόνον στην παρακάτω διαπίστωση: Είναι ανάγκη η προσέγγιση του ποιήματος από το παιδί να γίνεται με τρόπους που αναδεικνύουν τον ήχο και το ρυθμό των στίχων και των λέξεων που επηρεάζουν καθοριστικά τη λειτουργία της αποδοχής και πρόσληψης του παιδικού ποιήματος. Η παιδική ποίηση μπορεί επίσης να στηριχτεί από εμπνευσμένους δασκάλους που επιδιώκουν σε  κάθε στάδιο της  προσέγγισης ενός ποιήματος στην τάξη, να  αναπτύσσει και την επιθυμία του παιδιού για το ρυθμό, τη μουσική και τον ήχο των λέξεων. Επεξηγήσεις και σχολιασμοί δεν έχουν σημασία. Προηγούνται τα τραμπαλίσματα με τη μουσική και το  ρυθμό των λέξεων, τη γεύση των παρηχήσεων και συνηχήσεων ως βαθιά τρικυμία στα χείλη των παιδιών. Προηγείται ένα παιγνίδι με τις λέξεις, όπως περίπου όταν το μικρό παιδί παίζει με τα χρώματα και τα σχήματα. Η λανθασμένη έστω κατανόηση από το παιδί, πρέπει να έχει για το δάσκαλο μεγαλύτερη αξία από ότι η ερμηνεία που την καταστρέφει.

Παρυφές Ολύμπου
Ανδρέας Καρακίτσιος

Παρασκευή 8 Σεπτεμβρίου 2017

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΙΔΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ



Δ΄ ΜΕΡΟΣ


Στο τελευταίο μέρος του αφιερώματός μας στην ελληνική παιδική ποίηση θα αναφερθούμε σε δημιουργούς, άντρες και γυναίκες, που ξεχώρισαν στη σύγχρονη περίοδο της.
Ο Δημήτρης Μανθόπουλος πρωτοεμφανίστηκε στην παιδική ποίηση με τη συλλογή «Η κιθάρα της αγάπης» το 1977 που έλαβε βραβείο από την Γυναικεία Λογοτεχνική Συντροφιά. Τα θέματα της ποίησης του είναι τόσο παραδοσιακά (καθημερινότητα του παιδιού, σχολείο, ζώα, οικογένεια κ.ά.) όσο και σύγχρονα (περιβαλλοντική ρύπανση, τεχνολογία, τηλεόραση κτλ). Ο τόνος της ποίησης του είναι γενικά αισιόδοξος, αν και κάπου-κάπου γίνεται πικρός.  Χαρακτηριστικά έργα του είναι: «Η κιθάρα της αγάπης», «Σαράντα χαμόγελα», «Τραγουδώ την Ειρήνη», «Τα βούκινα της σιωπής», «Ιστορίες και ποιήματα για μικρούς και μεγάλους».


Η γλωσσομάθεια του λύκου

0 παπαγάλος άνοιξε Σχολή Ξένων Γλωσσών

και τρέξαν ζώα να γραφτούν, ως κι έντομα καμπόσα.

Για προκοπή, στις μέρες μας, η γνώμη είν’ ολονών,

πως πρέπει μια, τουλάχιστον, να ξέρεις ξένη γλώσσα.



Με βιάση ο λύκος περισσή και πονηριά κρυφή,

πηγαίνει στον καθηγητή και του ξηγιέται στα ίσια:

«Για μένα γλωσσομάθεια σημαίνει… διατροφή,

για τούτο θέλω να μιλώ σωστά τα προβατίσια».



Κι αφού τη γλώσσα πια έμαθε, μια νύχια όλος χαρά,

διαλέγει, για να εξασκηθεί, μια στάνη το… ξεφτέρι.

Μα τα σκυλιά που βρήκανε λάθη στην προφορά,

του δείξαν, μ’ άλλη… μέθοδο, το «μπέεε» πώς να προφέρει.

Η Άλκηστις Κοντογιάννη με μόνο και μία ποιητική συλλογή, τα «Μανταλάκια στην απλώστρα  ποιήματα στη σιδερώστρα», εισάγει τα παιδιά στο χώρο των λίμερικ. Είναι επηρεασμένη από τα λίμερικ του Έντουαρντ Ληρ και το έργο του Ιταλού Τζάννι Ροντάρι. Οι λέθέτξεις χάνουν την συνηθισμένη χρήση και σημασία τους στην ποίηση της ενώ προωθείται το λεκτικό και ηχητικό παιχνίδι με τις λέξεις. Αποτυπώνει και αποκωδικοποιεί τον ψυχικό κόσμο του παιδιού και κινείται έξυπνα ανάμεσα στο παράλογο και την πραγματικότητα. Χαρακτηριστικό δείγμα της ποίησης της ακολουθεί παρακάτω:
«Η κόττα θέλει  δύο του,
κοκοκό τουτουτού
δύο του και άλλα τρία
πέντε του στην παραλία
Φόρεσαν τα μπανιερά τους,
μπλουμ, βουτιά με την καρδιά τους…»
(«Δύο ονοματοποιίες»)

Η Θέτη Χορτιάτη εμφανίζεται για πρώτη φορά στο στερέωμα της παιδικής ποίησης με τη συλλογή «Τα μήλα και τα φύλλα» (1978), που βραβεύτηκε από τον Ελληνικό Κύκλο του Παιδικού Βιβλίου. Η θεματολογία που αναπτύσσει στα ποιήματά της είναι ποικίλη ενώ χρησιμοποιεί πολλές καινοτομίες στην τεχνική, το στίχο και τη γλώσσα. Κινείται με άνεση ανάμεσα στην παραδοσιακή και σύγχρονη τεχνοτροπία της παιδικής ποίησης και τα ποιήματά της χαρακτηρίζονται από το γλωσσικό παιχνίδι, τα έξυπνα ευρήματα και αρκετά συχνά το ποίημα αναπτύσσεται χωρίς να υπάρχει συγκεκριμένο θεματικό κέντρο. Έργα της είναι: «Τα μήλα και τα φύλλα», «Κούνια μπέλα», «Παιγνιδόλεξα», «Παιγνιδόγελα», «Είμαι του κόσμου ένα παιδί», «Ο Αλέξης ο παλαβολέξης».
«Θα κολλήσω ένα ξυλάκι
κάτω από το φεγγαράκι

να το κάνω γλειφιτζούρι
που θα φέρει σ’ όλους γούρι .

Θα το πιπιλώ  να λιώνει
μα θα ξαναμεγαλώνει .

Μια γλειμμένο απομεινάρι
μια πανσέληνο  φεγγάρι».
(Το φεγγαράκι γλειφιτζούρι»)

Υπάρχουν πολλοί ακόμη δημιουργοί που θα μπορούσαμε να συμπεριλάβουμε στο αφιέρωμά μας καθώς η παιδική ποίηση συνεχίσει να εξελίσσεται με ελπιδοφόρα μηνύματα για το μέλλον. Εντελώς ενημερωτικά επιλέξαμε να αναφερθούμε στους πιο παλιούς-ακόμη και από τους νεότερους. Ενδεικτικά αναφέρουμε τους: Π. Παμπούδη, Μ. Κριεζή, Θ. κ. Τρουπής, Α. Λαμπρινίδης, Κ. Καλαπανίδας, Μ.Μ. Μαρίνος, Μ. Μαμαλίγκα, Χ. Σαμίου-Σκανδάμη και πολλοί άλλοι.
Το μέλλον της παιδικής ποίησης πιστεύουμε κρύβει πολλές εκπλήξεις και θα είναι πολύ ενδιαφέρον καθώς ο στίχος και τα θέματα προσαρμόζονται στις αλλαγές της κοινωνικής ζωής και πραγματικότητας. Ανυπομονούμε!

ΠΗΓΕΣ

Ιστορία της παιδικής λογοτεχνίας
Χ. Σακελλαρίου
9η έκδοση
εκδόσεις Νόηση
Αθήνα 2001

σελ. 131-144

Τάσεις και εξείξεις της παιδικής λογοτεχνίας
Β.Δ. Αναγνωστόπουλος
12η έκδοση
Οι εκδόσεις των φίλων
Αθήνα 1999

σελ. 55-76

Σύγρονη παιδική ποίηση
Α. Καρακίτσιος
3η έκδοση
εκδόσεις Σύγχρονοι Ορίζοντες
Αθήνα 2006

σελ.  175-186, 197-202, 219-231